BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS

Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011

9. Μία όχι τόσο τυχαία γνωριμία

Μπέλα POV

Ξύπνησα την επόμενη μέρα με έναν τρομερό πονοκέφαλο. Η Άλις έφτασε λίγη ώρα μετά το πρωινό με ακόμα περισσότερα περιοδικά και δείγματα. Δεν της ανέφερα τίποτα για το μέιλ που είχα λάβει. Η επίδρασή του είχε περάσει με το πέρασμα της νύχτας. Τι ανόητη που ήμουν. Μάλλον το άτομο που είχε στείλει αυτό το μέιλ το έστειλε καταλάθως σε μένα. Το επίθετο swan δεν ήταν σπάνιο και πολλοί το χρησιμοποιούσαν σαν ψευδώνυμο. Αποκλείεται να το είχαν στείλει ειδικά σε μένα. Απλώς το κομμάτι με είχε επηρεάσει. Η προηγούμενη μέρα ήταν πολύ δύσκολη. Δεν αρνιέσαι κάθε μέρα στον άνδρα που αγαπάς μια ζωή μαζί του. Όμως είχα διαλέξει ένα διαφορετικό δρόμο που δεν μπορούσε να τον ακολουθήσει στο πλάι μου. Η μέρα πέρασε πολύ γρήγορα με πολλά περιοδικά και πολύ καφέ. Η Άλις έλεγξε την λίστα και ζήτησε περισσότερες διευκρινήσεις. Σε ότι δεν μπορούσα να απαντήσω εκείνη την ώρα της υποσχέθηκα ότι θα μίλαγα με τον Τζέικομπ και θα την ειδοποιούσαμε αμέσως. Ούτως ή άλλως μου υπενθύμισε πως δε κοιμόταν.

«Μπέλα, αύριο θα ήθελα να πας στο Σιάτλ μαζί με τον Τζέικομπ αν γίνεται για να κοιτάξετε κάποια μαγαζιά. Αύριο έχει ηλιοφάνεια οπότε δε θα μπορέσω να σας συνοδεύσω», μου έδωσε την λίστα.

«Κανένα πρόβλημα Άλις. Ήδη έχεις κάνει τόσα πολλά», μου χάρισε ένα μικρό χαμόγελο.

«Το καλό είναι ότι ο γάμος θα είναι πολύ απλός οπότε όχι μόνο θα προλάβουμε αλλά θα έχεις και ελεύθερο χρόνο»

«Αλήθεια;», μου έγνεψε και προχώρησε προς την πόρτα. Δίστασε για μια στιγμή. Έβγαλε ένα μικρό βιβλίο από την τσάντα της.

«Ξέρω πως είναι λίγο νωρίς αλλά πιστεύω πως θα ήθελες να είσαι ενημερωμένη από νωρίτερα», κοίταξα το βιβλίο. Ήταν ένας μίνι οδηγός για ότι θα πρέπει να γνωρίζει μία μέλλουσα μητέρα.

«Μίλησες με τον Έντουαρντ», αποκρίθηκα αυτόματα.

«Ναι»

«Κράτησε την υπόσχεσή του. Έτσι δεν είναι; Είναι μαζί σας; Δεν έφυγε πάλι;», οι ερωτήσεις ξέφυγαν από τα χείλη μου πριν καν το σκεφτώ.

«Ναι, είναι μαζί μας»

«Πως είναι;», η μοναδική ερώτηση που άργησα να προφέρω. Κράτησα το κεφάλι κατεβασμένο. Ήξερα πως ότι θα ένιωθε αυτή την περίοδο ήταν δική μου υπαιτιότητα. Δεν απάντησε. Σήκωσα το κεφάλι.

«Πώς είναι;», επανέλαβα την ερώτηση. Δεν χρειαζόταν να απαντήσει. Κατάλαβα.

«Μπέλα…», ένιωσα το σφυγμό μου να ανεβαίνει και τον πρωινό πονοκέφαλο να επανέρχεται από την ένταση που ένιωθα.

«Πες του πως μου έδωσε μια υπόσχεση. Πως υποσχέθηκε να προσπαθήσει να βρει κάποια αντάξιά του. Που θα καταφέρει να τον κάνει ευτυχισμένο», ένιωθα την ζήλια να τρυπάει την καρδιά μου στην σκέψη του Έντουαρντ με κάποια άλλη αλλά απέρριψα το συναίσθημα. Δεν είχα δικαίωμα για αυτό το συναίσθημα. Εγώ ήμουν αυτή που τον είχε προδώσει. Εγώ ήμουν η εγωίστρια σε αυτή την υπόθεση. Τον είχα πληγώσει για να ικανοποιήσω την ανάγκη μου για μια οικογένεια. Όμως δε θα ήμουν τόσο μεγάλη εγωίστρια ώστε να τον δέσω μαζί μου. Όχι. Έπρεπε να ελευθερωθεί από μένα.

«Πες του το Άλις, σε παρακαλώ», επανέλαβα πιο σιγά τώρα. Ήμουν πιο ήρεμη.

«Εντάξει. Όμως θέλω και εσύ να μου υποσχεθείς κάτι»

«Τι;»

«Θέλω να προσέχεις περισσότερο πλέον. Αφότου αποφάσισες να μείνεις με τον Τζέικομπ εξαφανίστηκες. Δε μπορώ να ελέγξω το μέλλον σου αφού δε μπορώ να δω όποιον σχετίζεται με κάποιον λυκάνθρωπο. Και αυτό με ανησυχεί. Προσπάθησε τουλάχιστον να μη μένεις μόνη σου, αλλά πάντοτε με κόσμο. Όσο ανόητο και αν ακούγεται αυτό»

«Το υπόσχομαι. Δε θέλω να ανησυχείτε»

«Με τον τρόπο που έχεις πάντοτε να μπλέκεις σε καταστάσεις είναι λίγο δύσκολο», χαμογέλασα στο σχόλιο. Είχε δίκιο.

«Θα σου τηλεφωνήσω αργότερα για να μου πεις τι αποφασίσατε», με αγκάλιασε και έφυγε. Το απόγευμα πέρασε γρήγορα. Ο Τζέικομπ είχε τελειώσει νωρίς την πρωινή βάρδια οπότε έφαγε μαζί μας. Ο Τσάρλι φαινόταν χαρούμενος και είχε εντυπωσιαστεί με την βοήθεια της Άλις.

«Θα είσαι ελεύθερος αύριο;», ρώτησα τον Τζέικομπ ύστερα από λίγη ώρα. Του εξήγησα πως έπρεπε να επισκεφτούμε κάποια μαγαζιά στο Σιατλ. Φάνηκε σκεφτικός.

«Έχουν ακουστεί πολλές περίεργες εξαφανίσεις την τελευταία περίοδο στο Σιατλ. Ίσως σχετίζονται με την Βικτώρια. Αφού αύριο θα έχει ηλιοφάνεια το θεωρώ ασφαλές να πάμε οι δυο μας. Θα μπορέσω να ελέγξω τι γίνεται εκεί πέρα για να ενημερώσω τον Σαμ. Τα μαγαζιά δεν είναι πολλά, θα τελειώσουμε γρήγορα. Θα σε αφήσω σε κάποια καφετέρια ή σε κάποιο βιβλιοπωλείο, μία ώρα το πολύ», συμπλήρωσε γρήγορα την τελευταία φράση πριν προλάβω να αντιδράσω.

«Δε θα είναι επικίνδυνο όμως;», δεν ήθελα να πάει μόνος του.

«Σιγά τα αυγά, Μπέλα. Εννοώ πως θα πάω μόνο για να πιάσω καμιά μυρωδιά», είδε πως τον κοίταζα.

«Ας δούμε πως θα πάει η αυριανή μέρα και το συζητάμε πάλι»

«Οκ. Λοιπόν θα μου φτιάξεις και ένα πακετάκι για το σπίτι; Το κοκκινιστό ήταν υπέροχο και το στομάχι μου έχει συνηθίσει στο καλό φαγητό πλέον», με σκούντηξε παιχνιδιάρικα. Χαμογέλασα. Πάντοτε είχε τον τρόπο να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα.

«Έλα θα βάλω και για τον πατέρα σου», ετοίμασα το πακέτο.

«Νοικοκυρούλα μου εσύ», με άρπαξε και με φίλησε. Το σώμα μου πάγωσε ως συνήθως για μια στιγμή. Φίλησέ τον και εσύ, ο εγκέφαλός μου ούρλιαξε. Το έκανα. Τα χείλη του ήταν ζεστά. Ήταν παρήγορα. Ήταν ασφαλή. Ήξερα ότι ποτέ δε θα λιποθυμούσα από ένα φιλί του. Δε θα έχανα τον έλεγχο. Χαλάρωσα και πέρασα τα δάχτυλα μου στα μαλλιά του. Ήταν μαλακά, αλλά όχι όπως… Μην τον σκέφτεσαι, ούρλιαξε ο εγκέφαλός μου. Τον φίλησα με μεγαλύτερο πάθος. Ο Τζέικ κόλλησε πάνω μου. Ήταν ζεστός. Άφησε τα χείλη μου και προχώρησε στο λαιμό μου. Τον έσπρωξα αυτόματα.

«Ο Τσάρλι. Δε θα ήταν σωστό να μας δει έτσι», με κοίταξε χωρίς να πει τίποτα. Τι να του έλεγα; Πως δε μπορούσα τα χείλη του στο λαιμό μου, επειδή ο Έντουαρντ λάτρευε να φιλάει την φλέβα εκεί;

«Συγνώμη αλλά τον ξέρεις τώρα. Ας μη κάνουμε κάτι παραπάνω όταν θα βρίσκεται κοντά», με κράτησε από την μέση, το χέρι του απομάκρυνε τα μαλλιά από τα μάτια μου.

«Αύριο θα είμαστε πιο άνετα», έγνεψα και προσπάθησα να αποφύγω το βλέμμα του. Δεν ήξερα τι θα έβλεπε. Με φίλησε πάλι. Πιο ήρεμα αυτή την φορά. Φρόντισα να ανταποκριθώ γρήγορα, απλώς ήξερα πως δε άφηνα ποτέ τα χείλη του στο λαιμό μου.

Αφού έφυγε ανέβηκα στο δωμάτιο και άνοιξα τον υπολογιστή. Ήθελα να ελέγξω πάλι εκείνο το μέιλ. Άνοιξα τα εισερχόμενα και βρήκα ένα νέο μέιλ από τον dStiny. Αυτή τη φορά το μέιλ έγραφε το εξής:

Infatuation - Christina Aguilera

Μια ευχάριστη πρόταση για την αυριανή ηλιόλουστη μέρα. Γέλασα. Μάλλον έστελνε κάποια τραγούδια σε κάποιον γνωστό του και είχε λάνθασμένα σημειωμένο το μέιλ. Αποφάσισα να μην απαντήσω απόψε και να εξηγήσω το μπέρδεμα αύριο. Ήμουν ήδη πολύ κουρασμένη. Πόσο παρανοϊκή είχα γίνει αυτές τις μέρες. Πράγματι, τι περίμενα να βρω; Κανένα απειλητικό μήνυμα; Παράνοια & κούραση. Αυτό ήταν το πρόβλημα. Η λύση στο πρόβλημα; Ένας καλός ύπνος. Έκλεισα τον υπολογιστή και ξάπλωσα μουρμουρίζοντας τους στίχους του τραγουδιού.

Ξύπνησα από τις αχτίδες του ηλίου την επόμενη μέρα. Ένιωθα καλύτερα σήμερα. Άνοιξα το παράθυρο και με έλουσε ο ήλιος. Δεν αστιευόταν η Άλις για τον καιρό. Το μουντό Φορκς μου θύμιζε για πρώτη φορά το Φίνιξ. Αφού φάγαμε πρωινό με τον Τζέικομπ ξεκινήσαμε με το Ράμπιτ για το Σιατλ. Ο ουρανός δεν είχε ούτε ένα σύννεφο. Φτάσαμε αρκετά γρήγορα στην πόλη. Είχαμε να πάμε σε αρκετά μαγαζιά για βέρες και κάποια άλλα πράγματα. Ευτυχώς με την λίστα των μαγαζιών η Άλις μας είχε δώσει ένα χάρτη της πόλης και είχε σημειώσει πάνω του όλα τα μαγαζιά που έπρεπε να επισκεφτούμε αφήνοντας κάποιες συμβουλές. Απόλυτη οργάνωση. Βέβαια δε θα περίμενα κάτι λιγότερο από κείνη. Σε τρεις ώρες είχαμε τελειώσει. Για βέρες διαλέξαμε κάτι απλό. Ήμουν σχετικά αδιάφορη για το ζήτημα. Βέβαια με το που αναφέραμε πως μας έστελνε η Άλις έτρεξαν να μας εξυπηρετήσουν. Ακόμα και στον Τζέικομπ του είχε κάνει εντύπωση πόσο οικονομικές είχαν βγει η βέρες αλλά δεν ήθελα να εκφράσω τις υποψίες μου. Πως κάποιο βαμπίρ είχε φροντίσει από πριν για αυτές τις τιμές.

«Λοιπόν τελειώσαμε. Εγώ θα πάω να ρίξω μια ματιά στην περιοχή για να δω τι παίζει και εσύ θα με περιμένεις…»

«Τζέικ, άσε με να έρθω μαζί σου. Είναι επικίνδυνο να πας μόνος σου»

«Αποκλείεται. Η φίλη σου έχει δίκιο. Πρέπει να μένεις σε ηλιόλουστους χώρους και με πολύ κόσμο»

«Μα…»

«Μπέλα, άμα πάω μόνος μου θα τελειώσω πιο γρήγορα και δε θα χρειάζεται να ανησυχώ και για σένα. Έλα», με σκούντηξε, «ούτε που θα το καταλάβεις»

«Εντάξει, αλλά μόνο για να ελέγξεις. Δε θα κάνεις κάτι ανόητο»

«Εγώ; Κάτι ανόητο; Ποτέ!», χαμογέλασα με τις κινήσεις που έκανε για να δώσει έμφαση. «Λοιπόν βλέπω ένα βιβλιοπωλείο εκεί πέρα. Τι λες να πας να τσεκάρεις κάτι και να με συναντήσεις στην απέναντι καφετέρια σε μία ώρα;», κοίταξα την καφετέρια.

«Στάρμπακς;», και κατσούφιασα. Θα προτιμούσα κάτι πιο ήσυχο.

«Έλα, είμαι σίγουρος πως δε θα με περιμένεις πολύ. Πιο πολύ χρόνο θα φας στο βιβλιοπωλείο»

«Καλά»

«Τα λέμε σε λίγο», και χάθηκε στο πλήθος. Προχώρησα στο βιβλιοπωλείο. Ήταν ένα που άνηκε στις μεγάλες αλυσίδες, χωρίς ποιότητα και με χαρακτηριστικό τα άκρως εμπορικά βιβλία. Σίγουρα έβρισκες και κλασικούς αλλά δεν ήταν ένα βιβλιοπωλείο που θα προτιμούσα ύπο άλλες συνθήκες. Μπήκα μέσα. Πήγα κατευθείαν στον τομέα με τους κλασικούς. Ένγκαρ Άλαν Πόε; Δε το πιστεύω! Που είναι ο Σαίξπηρ; Οι αδελφές Μπροντέ; Α, Σαίξπηρ! Δόξα το Θεό. Σήκωσα το βιβλίο. Ήταν το όνειρο καλοκαιρινής νυχτός. Δε μπορώ να πω απ’τα αγαπημένα μου. Προτιμούσα τις τραγωδίες του Σαίξπηρ όχι τις κωμωδίες. Πλήρωσα και μπήκα στα Στάρμπακς. Κοίταξα τον κατάλογο. Καφέδες κυρίως. Αν έπινα κάτι με ελάχιστη ακόμα καφείνη και σήμερα θα με πείραζε.

«Θέλετε βοήθεια;», με ρώτησε ο υπάλληλος.

«Ναι», δάγκωσα ασυναίσθητα τα χείλη μου «έχετε κάτι χωρίς καφείνη;»

«Τι θα λέγατε για το τσάι με χυμό βατόμουρου. Κάνουμε και προώθηση αυτή την περίοδο», μου έδωσε ένα μικρό ποτήρι με καλαμάκι. Είχε ένα σκούρο κόκκινο υγρό και υφή γρανίτας.

«Είναι γρανίτα»

«Η καλοκαιρινή πρόταση των Σταρμπακς για κάτι δροσερό και διαφορετικό. Δοκιμάστε το», έκανα όπως μου είπε. Είχε δίκιο ήταν δροσερό και γλυκό.

«Λοιπόν», μου χαμογέλασε.

«Είναι πολύ ωραίο.Μμμ…», κοίταξα από πίσω τα μεγέθη «θα πάρω το μεσαίο μέγεθος»

«Θέλετε και γλυκό μήπως; Με το τσιζκέικ βατόμουρο θα ταιριάζει τέλεια»

«Γιατί όχι;», ήταν ευχάριστος και πολύ ευγενικός. Πλήρωσα και προχώρησα για να περιμένω την παραγγελία μου ακούγοντας την απαλή μουσική που έπαιζε στο μαγαζί. Η παραγγελία έφτασε και η κοπέλα μου τα έβαλε στο δίσκο. Έβγαλα το καπάκι που είχε βάλει για να μυρίσω καλύτερα το βατόμουρο. Ίσως τα Στάρμπακς να μην ήταν τόσο άσχημα τελικά. Σήκωσα το ποτήρι για να πιω λίγο. Τότε άκουσα το επόμενο κομμάτι που άρχισε να παίζει στο μαγαζί. Ήταν το Infatuation. Χαμογέλασα ασυναίσθητα. Γύρισα προς τον υπάλληλο για να τον ευχαριστήσω για την πρότασή του και τότε συνέβει το μοιραίο. Ωχ! Έχυσα το μισό ποτήρι πάνω στην κοπέλα που ερχόταν προς το μέρος μου εκείνη την στιγμή, μάλλον για να πάρει την παραγγελία της μόνο που πήρε την δικιά μου και για την ακρίβεια πάνω στην λευκή της μπλούζα. Πόσο αδέξια μπορεί να είμαι; Ούρλιαξα από μέσα μου.

«Χίλια συγνώμη! Χίλια συγνώμη! Είμαι πάντοτε τόσο αδέξια», άρπαξα κάμποσες χαρτοπετσέτες για να προσπαθήσω να περιορίσω την ζημιά. Όμως ο λεκές φαινόταν τεράστιος. Και άκουσα τότε το γέλιο της. Θύμιζε μικρά κουδουνάκια. Την κοίταξα για πρώτη φορά. Λεπτεπίλεπτη και μικροκαμωμένη με μακριά μαλλιά μέχρι την μέση, πιασμένα σε πλαϊνή αλογοουρά με στητή όμως κορμοστασιά, γεμάτη αυτοπεποίθηση και είχε έναν αέρα… Αισθάνθηκα μία αίσθηση οικεία, déjà vu όπως λένε οι γάλλοι, η αίσθηση πως έχω ξαναζήσει αυτή την στιγμή αλλά και πάλι όχι ακριβώς αυτό, δεν ήξερα πώς να το εξηγήσω.

«Ελπίζω οι απώλειες να μην είναι πάντοτε τόσο μεγάλες», σήκωσε τα γυαλιά της. Το μόνο που μπορούσα να καταλάβω ήταν πως δεν ήταν Ray Ban, δε φαινόταν για άτομο που θα φόραγε αυτά τα γυαλιά. Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου και είδα τα δικά της για πρώτη φορά. Κάτι ανάμεσα σε μπλε και γκρι, η αίσθηση του déjà vu χάθηκε εκείνη την στιγμή.

«Και όμως συνήθως είναι μεγαλύτερες», δάγκωσα τα χείλη μου νευρικά.

«Οπότε είσαι η κινούμενη επιβεβαίωση του νόμου του Μέρφυ», είχε πάρει τις χαρτοπιτσέτες και άρχισε να στραγγίζει τον λεκέ στην μπλούζα.

«Του ποιου;»

«Του νόμου του Μέρφυ. Αν κάτι μπορεί να πάει στραβά, θα πάει»

«Σε μένα ακόμα και ότι δεν μπορεί να πάει στραβά, θα πάει», χαμογέλασε. Κοίταξα την μπλούζα ο λεκές σίγουρα δε θα έφευγε εύκολα. Ήθελε αμέσως πλύσιμο. «Έχετε καθόλου απορρυπαντικό;», ρώτησα την υπάλληλο. Γύρισε και είδε το χάος που είχα δημιουργήσει.

«Ναι και με αυτό τον λεκέ σίγουρα θα το χρειαστείτε, μισό λεπτό», και πήγε μέσα.

«Θέλεις να την πλύνουμε εδώ;», με ρώτησε η κοπέλα.

«Και βέβαια! Θα το πλύνω και σε μισή ώρα θα είναι σαν καινούριο. Το υπόσχομαι», ήταν το λιγότερο που μπορούσα να κάνω για την ώρα. Με πλησίασε.

«Και τι θα φοράω στο ενδιάμεσο;», με ρώτησε ψιθυριστά.

«Ωχ!», αυτό το είχα ξεχάσει. Και μου ήρθε η ιδέα. Έβγαλα το τζήν μπουφάν που φόραγα και της το έδωσα. Γέλασε. Χαμογέλασα και εγώ λίγο. Η κατάσταση ήταν πλέον κωμικότραγική.

«Εντάξει», ήρθε η υπάλληλος με ένα κυπελάκι που είχε απορρυπαντικό και μου το έδωσε.
«Ευχαριστώ πολύ. Μπορείς να βάλεις τα πράγματά μας στην άκρη για λίγο;, έγνεψε και τα έβαλε πίσω από τον πάγκο. «Πάμε;», στράφηκα στην κοπέλα.

«Και δε πάμε;», προχωρήσαμε στο μπάνιο. Μπήκε, άλλαξε και μου έδωσε την μπλούζα. Κάθισε δίπλα στο νιπτήρα και με παρακολούθησε καθώς έπλενα την μπλούζα. Την κοίταξα με την άκρη του ματιού μου. Φόραγε μια μακριά μπεζ φούστα σε στυλ πως το είχε πει η Άλις; Τζίπσι και μπεζ σανδάλια. Τώρα που είχε βάλει το τζίν μπουφάν πάνω της, είχε γυρίσει τα μανίκια μέχρι τους αγκώνες. Ο συνδυασμός φαινόταν απλός και ότι έπρεπε για κάτι καθημερινό.

«Ξέρεις δε συστηθήκαμε», είπε. Την κοίταξα κατάματα.

«Συγνώμη, ξεχάστηκα», πήγα να απλώσω το χέρι μου αλλά πρόλαβα να θυμηθώ πως είχε σαπουνάδες και το ξέπλυνα πρόχειρα με το νερό.

«Μπέλα», και της έδωσα το χέρι μου.

«Μαίρη», μου απάντησε. Είχε μία δυνατή χειραψία και παρατήρησα το χέρι της ή μάλλον την αντίθεση που έκανε το λευκό μου δέρμα με το δικό της που είχε πιο σκούρο τόνο ελαφρώς ηλιοκαμένο. Πήρα το χέρι μου πίσω και ξέπλυνα την μπλούζα. Ο λεκές είχε φύγει αλλά σίγουρα η μπλούζα χρειαζόταν αρκετό χρόνο για να στεγνώσει.

«Λέω να το δώσω στην υπάλληλο για να το βάλει κάπου μέσα για να στεγνώσει. Έχεις κανένα πρόβλημα;», γέλασε πάλι.

«Όχι, απλώς γίνεται να πάμε έξω να κάτσουμε; Έχω πεθάνει της πείνας», έγνεψα και προχώρησα γρήγορα έξω. Με ακολούθησε με πιο αργό ρυθμό. Μίλησα με την κοπέλα και την παρακάλεσα να βάλει την μπλούζα κάπου για να στεγνώσει. Ευτυχώς δέχτηκε και μου έδωσε τα πράγματά μας.

«Ξέρεις καλύτερα να κουβαλήσω εγώ τα γλυκά και εσύ τα πράγματα. Δε θέλουμε να λερωθεί κάτι άλλο. Έτσι δεν είναι;», ένιωσα να κοκκινίζω και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.

«Θέλεις να σε κεράσω έναν καφέ; Είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω»

«Εντάξει μόνο μία παράκληση», με πλησίασε

«Τι;»

«Παρακάλεσε τον υπάλληλο να φέρει εκείνος την παραγγελία. Δε θέλουμε άλλα ατυχήματα για σήμερα», και μου έκλεισε το μάτι.

«Εντάξει. Τι καφέ;»

«Φραπουτσίνο κάραμελ λάτε βέντι», απάντησε αυτόματα. Να ένα άτομο που ξέρει τι θέλει.

«Οκ», πήγα στον υπάλληλο και έδωσα την παραγγελία της και ζήτησα πάλι την γρανίτα βατόμουρο. Τον παρακάλεσα να μας τα φέρουν στο τραπέζι που είχε ήδη κάτσει η Μαίρη. Συμφώνησε. Μάλλον δεν ήθελε να χρειαστεί να σκουπίσει το πάτωμα. Αφού τον πλήρωσα πήγα στο τραπέζι όπου ήδη είχε κάτσει η Μαίρη. Ήταν από αυτά με τις πολυθρόνες και φαινόταν να νιώθει σαν στο σπίτι της. Είχε κάτσει με τα πόδια μαζεμένα στο πλάι και είχε αφήσει τα σανδάλια στο πάτωμα. Έκατσα στην απέναντι πολυθρόνα και μετακίνησα τις τσάντες. Πήρε την τσάντα της και έβαλε το κινητό της στο τραπέζι. Ήταν ένα από αυτά τελευταίας τεχνολογίας. Πώς τα λέγανε; Blackberry?

«Λοιπόν αρχίζουμε;», σήκωσε το κουταλάκι της ψηλά λες και κρατούσε σπαθί για επίθεση.

«Ναι», και πήρα το δικό μου. Άκουσα μουρμουρητά ευχαρίστησης. Σήκωσα το κεφάλι και την είδα να απολαμβάνει την πρώτη μπουκιά του γλυκού με κλειστά μάτια. Δοκίμασα και εγώ το τσιζκέικ. Δεν ήταν άσχημο.

«Τι έχεις πάρει ακριβώς;», την ρώτησα.

«Το κέικ σοκολάτας τους βέβαια. Όποτε πηγαίνω σε στάρμπακς το παίρνω. Είναι σαν ένα είδος ιεροτελεστίας για μένα», ήρθαν ο καφές της και η γρανίτα μου. Πήρε τον καφέ και πήρε μία μεγάλη ρουφηξιά με το καλαμάκι με κλειστά μάτια. Παρατήρησα μαύρους κύκλους στα μάτια της αν και όχι πολύ έντονους.

«Δε μπορείς να φανταστείς πόσο μου έλειψε», με κοίταξε και χαμογέλασε.

«Είχα την αίσθηση πως έρχεσαι συχνά. Ήξερες ακριβώς τι ήθελες»

«Το ακριβώς αντίθετο. Είναι που δεν πηγαίνω συχνά ο λόγος που ξέρω ακριβώς τι θέλω»

«Γιατί; Υπάρχουν παντού Στάρμπακς», ακόμα και στο Φορκς θα ανοίξουν σκέφτηκα.

«Μπορεί ναι, αλλά δεν υπάρχουν πολλά στο Παρίσι»

«Παρίσι;»

«Ναι. Έφτασα χτες το μεσημέρι στο Σιάτλ. Άνετη πτήση αν και κουραστική»

«Μένεις στο Παρίσι;»

«Έμενα. Έχω αφήσει ακόμα κάποια πράγματα στο παλιό μου διαμέρισμα γιατί ξέρω πως θα ξαναπάω σε 2 περίπου μήνες για να τα πάρω όλα μία και καλή»

«Και που μένεις αυτή τη στιγμή;», μου ξέφυγε. «Συγνώμη, ήταν αδιάκριτη ερώτηση»

«Δεν υπάρχει πρόβλημα Μπέλα. Λοιπόν αυτή τη στιγμή σε ξενοδοχείο αλλά σε λίγες μέρες θα μετακομίσω σε ένα διαμέρισμα που έχω νοικιάσει για να βρίσκομαι κοντά στη δουλειά μου», άνοιξα το στόμα μου και το έκλεισα γρήγορα. Ήθελα να την ρωτήσω τι δουλειά έκανε αλλά δίστασα. Δε φτάνει που την έκανα χάλια πιο πριν ήταν τελείως άγνωση σε μένα και την είχα πρήξει με τις ερωτήσεις μου. Χαμογέλασε βλέποντας τον δισταγμό μου.

«Δεν υπάρχει πρόβλημα να με ρωτήσεις ξέρεις. Ούτως ή άλλως…», έριξε μια ματιά στο ρολόι της, «έχουμε αρκετό χρόνο. Και για να πω την αλήθεια θα ήθελα να μου μιλήσεις και εσύ για τον εαυτό σου. Είμαι σίγουρη πως κάποια συμβάντα θα είναι πολύ ενδιαφέροντα.»

«Δε νομίζω», σίγουρα είχα πολύ ενδιαφέρουσες ιστορίες όπως το ταξίδι μου στη Βολτέρα αλλά δε νομίζω πως θα μπορούσα να μοιραστώ κάτι τέτοιο μαζί της.

«Μη μου πεις πως δεν υπάρχουν ενδιαφέρουσες ιστορίες από την βασίλισσα της αδεξιότητας;», χαμογέλασα λίγο. Και βέβαια. Σε αυτό αναφερόταν. Της μίλησα για το ατύχημα στο μπάντμιτον που είχα χτυπήσει τον Μάικ με την ρακέτα και ξέσπασε στα γέλια.

«Να υποθέσω δεν ξαναέπαιξε μαζί σου μετά από αυτό»

«Ξαναέπαιξε. Απλώς φρόντισε να κρατάει απόσταση ασφαλείας.»

«Τι σκοπεύεις να κάνεις τώρα;»

«Μου αρέσει η κλασική λογοτεχνία. Οπότε σκεφτόμουν κάτι σε αυτό τον τομέα»

«Σαίξπηρ, Τζέιν Ώστεν κτλ δηλαδή»

«Ακριβώς υπάρχει και το Πανεπιστήμιο του Σιατλ εδώ οπότε θα βολέψει»

«Θα βολέψει; Νόμιζα πως ένας από τους σοβαρότερους λόγους του να πας στο πανεπιστήμιο είναι η ελευθερία. Δεν έχεις κανένα γονιό πάνω από το κεφάλι σου. Εγώ θα έκανα αίτηση σε ένα πανεπιστήμιο πιο μακριά. Τουλάχιστον στο Σικάγο ή στο Νιου Χαμσάιρ»

«Το πανεπιστήμιο του Σικάγο; Του Ντάρμουθ; Όχι, όχι. Εγώ δεν είμαι για αυτά. Οι καθηγητές μου με υποχρέωσαν να στείλω αιτήσεις και εκεί αν και ξέρω πως θα είναι αρνητικές»

«Γιατί;»

«Δεν είμαι αρκετά καλή»

«Περίμενε, εννοείς πως δεν έχεις αρκετά καλούς βαθμούς; Δεν είσαι καλή στην φιλολογία;», κοκκίνισα λίγο.

«Οι βαθμοί μου είναι αρκετά καλή και στην φιλολογία είμαι άριστη. Τους κλασικούς τους έχω διαβάσει τόσες φορές που τους ξέρω απ’ έξω. Απλώς δεν είμαι αντάξια ενός πανεπιστημίου τέτοιου επιπέδου»

«Γιατί δεν έχεις εμπιστοσύνη στον εαυτό σου; Είπες πως είσαι άριστη μαθήτρια, είσαι υπεύθυνη και λατρεύεις το αντικείμενο με το οποίο σκέφτεσαι να ασχοληθείς»

«Τι σε κάνει να πιστεύεις πως είμαι υπεύθυνο άτομο και πως λατρεύω το αντικείμενό μου; Δε με ξέρεις ούτε μισή ώρα»

«Και όμως. Όταν είχαμε το ατύχημα πιο πριν, έτρεξες κατευθείαν να διορθώσεις τη ζημιά που είχες προκαλέσει. Θα μπορούσες να ρίξεις το φταίξιμο σε μένα. Πως έπεσα πάνω σου. Αλλά όχι. Ανέλαβες κατευθείαν τις ευθύνες σου. Όσο για το άλλο», έσκυψε προς το τραπέζι για να πάρει άλλη μία κουταλιά από το γλυκό της «βάζω στοίχημα πως αγόρασες το Όνειρο καλοκαιρινής νυχτός του Σαίξπηρ πιο πριν»

«Πως το ξέρεις;», της ξέφυγε ένα χαχανητό.

«Επειδή αγόρασα πριν από σένα ότι υπήρχε από κλασική λογοτεχνία από άγγλους συγγραφείς για την δουλειά μου και είχε μείνει μόνο το συγκεκριμένο βιβλίο στο ράφι όταν έφυγα», και έφαγε την μπουκιά από το κέικ. Την κοίταξα με το στόμα ανοιχτό. Ήμουν άφωνη. Με κοίταξε που την κοιτούσα περίεργα και ξέσπασε στα γέλια.

«Εντάξει κάνω πλάκα. Είδα το βιβλίο από την τσάντα πιο πριν όταν την ακούμπησα κάτω. Πάντως ισχύει αυτό που είπα. Πράγματι αγόρασα τα βιβλία που είπα πιο πριν. Πάντως το βιβλίο…», κούνησε το δάχτυλο στον αέρα «αποδεικνύει το επιχείρημά μου. Αγαπάς τους κλασικού τόσο που πήρες το μοναδικό βιβλίο που υπήρχε στο ράφι, αν και ίσως όχι το αγαπημένο σου γιατί δεν ήθελες να πάρεις κάτι διαφορετικό. Λοιπόν έχω δίκιο;»

«Ναι, αλλά το να είσαι καλή μαθήτρια, υπεύθυνη και να αγαπάς το αντικείμενό σου δε σημαίνει κάτι για αυτά τα πανεπιστήμια. Αυτά που κάνουν την διαφορά στις αιτήσεις είναι οι εμπειρίες και οι συστάσεις από σημαντικά πρόσωπα»

«Και δε γνωρίζεις σημαντικά πρόσωπα;», σκέφτηκα για μια στιγμή τους Κάλεν. Θα μπορούσαν άνετα να επηρεάσουν και να φροντίσουν την εισαγωγή οποιουδήποτε στα αντίστοιχα πανεπιστήμια. Είχαν και μία περιουσία που πάντοτε με έκανε να νιώθω μειονεκτικά απέναντί τους. Όμως ήμουν αρκετά περήφανη για να ζητήσω ποτέ τέτοιου είδους βοήθεια ακόμα και άμα ήμουν με τον Έντουαρντ. Ένιωσα ένα σφίξιμο. Μακάρι η Άλις να φρόντισε να μεταφέρει το μήνυμά μου. Έπρεπε να βρει την ευτυχία μακριά από μένα.

«Όχι», απάντησα με κατεβασμένο κεφάλι.

«Κάνεις λάθος», σήκωσα το κεφάλι μου για να την κοιτάξω.

«Τι;»

«Μπέλα θα ήθελες να περνούσες σε ένα από αυτά τα πανεπιστήμια; Απάντησέ μου χωρίς να λάβεις υπόψη εξωτερικούς παράγοντες. Εσύ, σαν Μπέλα θα ήθελες;»

«Και ποιος δε θα το ήθελε; Το Πανεπιστήμιο του Ντάρμουθ ειδικά είναι πασίγνωστο για την βιβλιοθήκη του και για την συλλογή σπάνιων εκδόσεων. Απλώς προτιμώ να μην σκέφτομαι κάτι που ξέρω πως δε θα γίνει. Όπως είπα δεν έχω κάποιο δυνατό χαρτί», με πλησίασε λίγο και τα μάτια της με ζύγισαν.

«Θα το ήθελες;»

«Ας μη μιλάμε…»

«Περίμενε, πάω να αλλάξω και στο ενδιάμεσο θα ήθελα να το σκεφτείς. Εσύ σαν Μπέλα θα το ήθελες;», σηκώθηκε και με άφησε μόνη μου.

Θα το ήθελα; Τι ανοησίες σκέφτομαι. Θα παντρευτώ σε λίγο τον Τζέικομπ και δε μπορώ να τον αφήσω μόνο του. Δε μπορώ να τον βάλω να με ακολουθήσει στο Νιου Χαμσάιρ μόνο και μόνο για ένα καπρίτσιο. Θα προσπαθήσουμε να αρχίσουμε μία οικογένεια. Το Σιάτλ με το Φορκς είναι 2 με 3 ώρες με το αυτοκίνητο οπότε αν δεν έχω μαθήματα κάθε μέρα μπορεί να μη χρειαστούμε καν διαμέρισμα εκεί πέρα. Ενώ το Ντάρμουθ… δεν ήθελα καν να σκεφτώ τα χρήματα που θα χρειάζονταν. Για να σου δωθεί υποτροφία χρειάζεται κάτι παραπάνω από άριστους βαθμούς. Μου ήρθαν στο μυαλό εικόνες του πανεπιστημίου αθελά μου. Όταν κάναμε τις αιτήσεις μας είχαν δωθεί εγχειρίδια των σχολών. Από περιέργεια είχα ελέγξει την ιστοσελίδα. Οι εικόνες του πανεπιστημίου ήταν πράγματι υπέροχες. Θα ήθελα να πάω σε αυτό το πανεπιστήμιο αν και ήξερα πως αυτό δε θα γινόταν πραγματικότητα.

«Ευτυχώς στέγνωσε», σήκωσα το κεφάλι μου και είδα την Μαίρη να με κοιτάει. Μου έδωσε το μπουφάν και έκατσε στην πολυθρόνα. Έβγαλε από την τσάντα της την ατζέντα της και άρχισε να σημειώνει κάτι.

«Πάντως από ότι κατάλαβα δεν έρχεσαι συχνά στο Σιάτλ», είπε ξαφνικά.

«Όχι. Όπως σου είπα με το σχολείο δε μπορούσα. Τώρα βέβαια που τελείωσα είναι πιο εύκολο. Υπάρχουν και οι προετοιμασίες για τον γάμο…»

«Παντρεύεσαι; Συγχαρητήρια! Για πότε ο γάμος;»

«Μία εβδομάδα μετά την αποφοίτησή μου»

«Χμμ, πολύ σύντομα. Θα προλάβετε;»

«Ναι, έχω την καλύτερη διοργανώτρια και θα κάνουμε κάτι απλό. Η Άλις μάλιστα είπε πως θα έχουμε μάλιστα και ελεύθερο χρόνο»

«Αλήθεια; Μπράβο. Πρέπει να είσαι τυχερή με τέτοια φίλη», μου χαμογέλασε.

«Ναι, δε μπορείς να φανταστείς. Είναι απλά υπέροχη. Έχει αναλάβει σχεδόν τα πάντα. Είναι πολύ δυναμικό άτομο και με τρομερό γούστο»

«Μπορώ να το φανταστώ», χαμογέλασε πιο πλατιά. Άρχισε να χτυπά το κινητό της. Το σήκωσε.

«Λοιπόν…»

«Πώς το ήξερες;», μία ανδρική φωνή ακούστηκε να ουρλιάζει από την άλλη γραμμή.

«Είχα ήδη επικοινωνήσει μαζί τους απλώς έμενε να οριστικοποιηθεί η συμφωνία»

«Οπότε αυτό που μου είχε πει πιο πριν…»

«Συνδιάζω και τα δύο Πίτερ. Αύριο αρχίζω τις πρόβες και κάποιες δοκιμαστικές χορογραφίες», έκανε μία διακοπή για να ακούσει τι της έλεγε. «Ξέρω πως είναι πολύ δουλεια. Ειδικά με τη μεταφορά των θεατρικών έργων αλλά πίστεψέ με θα τα καταφέρω. Με μία βοηθό θα είμαι μια χαρά. Θα γυρίσω στο ξενοδοχείο για να σου στείλω άνετα τις πληροφορίες που έχω συλλέξει και κάποια από τα προσχέδια. Εντάξει; Πολλά φιλιά», και έκλεισε το τηλέφωνο. Σηκώθηκε και άρχισε να μαζεύει τα πράγματά της.

«Δυστυχώ πρέπει να φύγω. Ο Πίτερ είναι πολύ πιεστικός μερικές φορές»

«Ο φίλος σου είναι ακούγεται φυσικό»

«Είναι ο συνεργάτης μου. Καταπληκτικός χορευτής και δάσκαλος αλλά ποτέ δε θα τα έφτιαχνα μαζί του»

«Τι διδάσκει;»

«Χορό φυσικά», κοίταξε το ρολόι της. «Μπέλα πρέπει να φύγω. Πρέπει να κάνω μία προετοιμασία για αύριο και μάλλον θα ξενυχτήσω», έκανε μία μικρή γκριμάτσα «αυτά παθαίνει κάποιος όταν δεν προσλαμβάνει εγκαίρως βοηθό»

«Ω, τι να πω καλό κουράγιο»

«Ευχαριστώ», μάζεψε τις τσάντες της και με κοίταξε, χαμογέλασε και είπε «hasta la vista. Ξέρεις τι σημαίνει έτσι;»

«Ναι…», τα ισπανικά μου δεν ήταν τόσο καλά αλλά αυτό ήταν πολύ απλό «εις το επανειδείν, σωστά;»

«Σωστά», και έφυγε. Τι περίεργη γνωριμία. Πήγα να βγάλω το βιβλίο που είχα αγοράσει από την τσάντα και πρόσεξα στο πάτωμα την άτζεντα της Μαίρης, πρέπει να της είχε πέσει. Σηκώθηκα γρήγορα και βγήκα μήπως την προλάβω αλλά δε φαινόταν πουθενά. Να την αφήσω σε κάποιους από τους υπαλλήλους; Φαντάστηκα να μου εξαπολύουν κεραυνούς και αστραπές. Τους είχα ήδη πρήξει αρκετά σήμερα. Ίσως να είχε γραμμένη την διεύθυνση του ξενοδοχείου. Γύρισα στη θέση μου και άνοιξα την ατζέντα. Ήταν κενή. Μα την είχα δει να σημειώνει κάτι! Γύρισα τις σελίδες και πήγα στην αυριανή ημερομηνία. Επιτέλους! Συνάντηση στο Κάρμα στις 11.00 για πρόβα. Ωραία αν έβρισκα την διεύθυνση θα μπορούσα να αφήσω την ατζέντα σήμερα για να την βρει αύριο. Έβγαλα τον χάρτη της Άλις να δω μήπως είχε σημειωμένα και τα θέατρα στην πόλη. Δεν είχα τέτοια τύχη. Ρώτησα και τον υπάλληλο στο ταμείο αλλά ούτε αυτός είχε καμία ιδέα. Ίσως ήταν καινούριο.

«Μπου», τινάχτηκα. Ήταν ο Τζέικομπ.

«Με τρόμαξες»

«Αυτό θα πρέπει να είναι μοναδικό φαινόμενο για σένα», μου χαμογέλασε και πήγε να με φιλήσει. Σταμάτησε απότομα και άρχισε να με μυρίζει.

«Τζέικ, τι κάνεις;»

«Δε ξέρω. Εκτός από σένα μυρίζω κάτι γνώριμο και διαφορετικό συγχρόνως. Δεν είμαι σίγουρος»

«Μάλλον η κοπέλα που γνώρισα φορούσε κάποιο άρωμα. Εσύ δεν είχες πει πως τα αρώματα μυρίζουν διαφορετικά στον καθένα;», προχωρήσαμε προς το αυτοκίνητο.

«Ναι, ναι», φαινόταν σκεφτικός. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και ξεκίνησε.

«Ξέχασε την ατζέντα της»

«Ποιος;»

«Η κοπέλα που γνώρισα. Το μόνο που βρήκα είναι η πρόβα που θα κάνει αύριο. Και δε ξέρω καν αν είναι στούντιο ή κάποιο καινούριο θέατρο. Μάλλον πρέπει να το ψάξω στο ίντερνετ. Σε πειράζει να ξανάρθω αύριο στο Σιάτλ; Θέλω να της την δώσω. Θα είναι ευκαιρία για να πάρω τις βέρες. Θα είναι έτοιμες», η φωνή μου χαμήλωσε ασυναίσθητα.

«Δε μου αρέσει η ιδέα να κυκλοφορείς μόνη σου, ειδικά στο Σιάτλ. Και ούτως ή άλλως γιατί δεν την είχες αφήσει στο μαγαζί;»

«Γιατί ήδη είχα δημιουργήσει χάος πιο πριν», του εξήγησα τι είχε συμβεί όση ώρα έλειπε και ξέσπασε σε γέλια. «Σταμάτα να γελάς», τον χτύπησα στον ώμο.

«Είναι λίγο δύσκολο, η κατάσταση ήταν τόσο Μπέλα», γύρισε να με κοιτάξει και ξέσπασε πάλι σε γέλια.

«Λοιπόν; Ξέρω πως σε κουράζουν οι βάρδιες και όσο να ναι ακόμα έχω τύψεις για το γεγονός με την μπλούζα»
«Και θέλεις να εξιλεωθείς;»

«Ναι»

«Καλά»

«Εσύ; Πως πήγε η έρευνα;», τον είδα να παίρνει σοβαρό ύφος πράγμα σπάνιο για εκείνον.

«Σε κάποια σοκάκια η μυρωδιά ήταν πολύ έντονη. Αποκλείεται ο αριθμός να είναι μικρός. Ίσως θα ήταν καλό να πας αύριο στο Σιατλ με τον Σεθ»

«Δε χρειάζομαι νταντά Τζέικομπ»

«Όχι, αλλά σίγουρα χρειάζεσαι προστασία. Θα είμαστε όλοι πιο ήσυχοι έτσι», θυμήθηκα την υπόσχεση που είχα δώσει στην Άλις την προηγούμενη μέρα.

«Εντάξει», φτάσαμε σπίτι μου ύστερα από λίγο.

«Πρέπει να ειδοποιήσω τον Σεθ για αύριο. Θα οδηγήσει και το φορτηγάκι…»

«Πας καλά; Το παιδί δεν έχει καν δίπλωμα και σίγουρα δεν θα τον αφήσω να οδηγήσει το φορτηγάκι μου όταν πριν από λίγο καιρό τον περνούσα ένα κεφάλι. Άλλο που έχει ψηλώσει τώρα και φαίνεται σαν ώριμος άνδρας. Δεν έχει δίπλωμα, τέλος»

«Ναι κρίμα. Θα κάναμε κάτι κόντρες…», τον χτύπησα στο κεφάλι. Κρίμα που δεν μπορούσα να χτυπήσω δυνατά.

«Άλλη μία κουβέντα και θα πάω μόνη μου ή θα ζητήσω από την Άλις…»

«Οκ. Θα στείλω τον Σεθ αύριο το πρωί. Γεια», με φίλησε και έφυγε τόσο γρήγορα με το ράμπιτ που άφησε σκόνη πίσω του. Άντρες! Μπήκα σπίτι και ανέβηκα στο δωμάτιό μου. Άφησα τα πράγματα που είχαμε πάρει. Έπρεπε να κανονίσω με την Άλις την διακόσμηση της εκκλησίας την επόμενη εβδομάδα. Ένιωσα ένα σφίξιμο στο στομάχι. Σηκώθηκα και πήγα στον υπολογιστή. Ύστερα από λίγη ώρα έρευνας βρήκα μία αναφορά στο blog του Τζούλιαρντ για κάποιους που θα πήγαιναν στο νέο θέατρο κάρμα για την προετοιμασία διάφορων χορευτικών και θεατρικών έργων. Η Μαίρη θα πρέπει να ήταν πολύ καλή στη δουλειά της για να έχει άτομα από το Τζούλιαρντ και από τις αναφορές φαίνεται πως την ήξεραν προσωπικά. Λοιπόν αύριο το πρωί θα της έδινα την ατζέντα και ίσως να την ρωτούσα για ότι ετοίμαζε. Φαινόταν λίγο μεγαλύτερη από μένα και ήταν ήδη τόσο επιτυχημένη στο τομέα της; Άνοιξα το μέιλ έπρεπε να εξηγήσω σε αυτό τον dStiny για το μπέρδεμα. Είχε ήδη στείλε ένα ακόμα μέιλ. Δεν άντεξα στον πειρασμό και το άνοιξα. Είχε πάλι ένα τραγούδι.

CrushGarbage με μία σημείωση ‘μου αρέσει πάρα πολύ για αυτή την ταινία’.

Ποια ταινία εννοούσε; Ουφ. Επιτέλους. Το είχα καθυστερήσει αρκετά. Έπρεπε να ξεκαθαρίσω το ζήτημα. Έγραψα ένα τυπικό μήνυμα όπου εξήγησα ότι είχε γίνει κάποιο μπέρδεμα με το όνομα και το έστειλα.