BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS

Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Ο Ρομπ και το ελαφάκι...

Ρομπ POV

Τελικά έπρεπε να ελέγξω αν ο Έντουαρντ είχε πάθει κάποια μετάλλαξη…

Γύρισε από το σχολείο χτες με ένα βλέμμα σχεδόν ονειροπόλο και κλείστηκε κατευθείαν στο δωμάτιό του. Αν δεν κατάφερνα να διακρίνω τα βογκητά του από τη μουσική που είχε βάλει στο τέρμα θα είχα αρχίσει να ανησυχώ. Όταν τελείωσε το ντους του και θα μπορούσα να τον ρωτήσω άνετα για το τι σκατά έγινε μου είπε απλώς πως έπρεπε να πάω εγώ την επόμενη μέρα στην ακαδημία.

Όταν τον ρώτησα γιατί μου απάντησε πως το ελαφάκι μας του ξυπνούσε τις πιο άγριες διαθέσεις.

Και τώρα εγώ καθόμουν στην τραπεζαρία της ακαδημίας και έπρεπε να χαμογελάω ευγενικά σε κάθε μαλάκα. Και γιατί; Επειδή ο αδελφός μου δεν μπορούσε να ελέγχει τις σκέψεις του.

Αναστέναξα. Ο Τζάσπερ με κοίταξε με περιέργεια. Ήξερε πως αντικαθιστούσα τον αδελφό μου σήμερα αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί είχα τόσο κακή διάθεση.

«Ω, Έντουαρντ, μην ανησυχείς. Σε λίγο θα έρθει και η Μπέλα. Είμαι σίγουρη πως έλειψες και σε εκείνη. Χτες δεν αφήνατε ο ένας τον άλλον ούτε στιγμή», τσίριξε η Άλις. Καλά ο  αδελφός μου τι πρόλαβε να κάνει με την Μπέλα; Πόσο προχώρησε;

«Φίλε, ήρθε», ο Τζαζ μου είπε σε τόνο προειδοποιητικό. Μα καλά γιατί προειδοποιητικό; Γύρισα και έμεινα.

Η Μπέλα έμπαινε στην τραπεζαρία εκείνη τη στιγμή. Και για πρώτη φορά στα ιστορικά η ανάσα μου κόπηκε και ο πούτσος μου σηκώθηκε σε δευτερόλεπτα.

Φόραγε την σχολή που όλοι μας, σαν μαθητές στην ακαδημία, ήμασταν υποχρεωμένοι να φοράμε. Το θέμα είναι πως φαίνεται η Άλις την πήρε στα χεράκια της και την μεταμόρφωσε σε ζωντανό πειρασμό.

Το λευκό πουκάμισο ήταν κολλητό πάνω της και με τα πρώτα κουμπιά ανοιχτά μπορούσα να δω την αρχή της καμπύλης του στήθους της. Το μπλε σακάκι της τόνιζε το κατάλευκο δέρμα.

Όποιος είχε πει πως στους άντρες τους αρέσουν τα σολάριουμ και τα αηδιαστικά ψεύτικα μαυρίσματα έλεγε ψέματα. Το λευκό δέρμα άναβε τους περισσότερους από μας. Φαινόταν το κοκκίνισμα ή το μελάνιασμα και ειδικά οι πιπιλιές ακόμα καλύτερα.

Όμως το καλύτερο ήταν η φούστα. Δεν ήταν στο ηλίθιο συντηρητικό ύψος του γονάτου όπως επέλεγαν κάποιες από τις μαθήτριες.

 Όχι!

Το στρίφωμα της φούστας τελείωνε σχεδόν 10 εκατοστά πάνω από το γόνατο. Και με τον γρήγορο βηματισμό της οι πιέτες άνοιγαν και γαμώτο ένιωθα το παντελόνι να στενεύει. Τα άτιμα τα πόδια της με τις γόβες που είχε βάλει ήταν σκέτος πειρασμός. Σίγουρα μία φαντασίωση με τα πόδια της τυλιγμένα γύρω από την μέση του θα σκεφτόταν ο αδελφός μου χτες όταν την έπαιζε.

«Καλά Έντουαρντ κάνεις σαν να την βλέπεις πρώτη φορά. Κλείσε το στόμα σου», δεν μπήκα στον κόπο να ενημερώσω την Άλις πως μιλούσε με μένα εκείνη τη στιγμή. Έκλεισα το στόμα μου και πρόβαρα στην Μπέλα το καλύτερό μου χαμόγελο.

Μου χαμογέλασε και εκείνη και έκατσε δίπλα μου.

«Καλημέρα», και με φίλησε στο μάγουλο. Είχα ξεχάσει πότε ήταν η τελευταία φορά που το είχε κάνει κάποιος αυτό σε μένα.

«Καλημέρα», μουρμούρισα. Πως είσαι σήμερα;»

«Πολύ καλά, κύριε σας ευχαριστώ. Κοιμήθηκα πολύ ευχάριστα. Εσείς πως κοιμηθήκατε;»

Ωχ! Είχα ξεχάσει πως ο αδελφός μου χρησιμοποιούσε τον πληθυντικό σαν δείγμα ευγένειας πολλές φορές.

Η Μπέλα με κοίταξε με περιέργεια.

«Ελπίζω να μην σε πειράζει που χρησιμοποιώ τον πληθυντικό για πλάκα;»

«Και βέβαια όχι, δεσποινίς μου», απάντησα με τον πιο ευγενικό τόνο που μπορούσα να χρησιμοποιήσω.

«Ωραία. Χαίρομαι που δεν σε πειράζει. Ο καθένας έχει την δικό του τρόπο έκφρασης και κύριε Κάλεν λυπάμαι εκ των προτέρων αλλά ο πληθυντικός είναι πλέον ξεπερασμένος. Τζαζ, μου περνάς το χυμό;», κοίταξα την συναλλαγή. Φαινόταν τόσο απελευθερωμένη και ανάλαφρη. Μήπως είχαμε βγάλει γρήγορα συμπεράσματα για την κοπέλα. Σεμνότυφη και μυξοπαρθένα είχα σκεφτεί πως θα ήταν.

«Έλα Έντουαρντ θέλω να σε ξεσκίσω…», πνίγηκα με το νερό που έπινα εκείνη την στιγμή. «… στη λογοτεχνία. Έντουαρντ; Είσαι καλά;»

«Ναι», έβηξα και σηκώθηκα γρήγορα. Το βλέμμα της Μπέλας έπεσε στο παντελόνι μου. Γαμώτο! Ο Ρόμπι τζούνιορ ήταν στημένος προσοχή και την χαιρέταγε καμαρωτά. Τα μάγουλα της κοκκίνισαν.

«Θα πω στον κύριο Τέμπερ πως είσαι λίγο αδιάθετος και θα μπεις στο μάθημα λίγο αργότερα», μουρμούρισε και βγήκε από την τραπεζαρία.

Μισή ώρα αργότερα μπήκα στην αίθουσα. Ήμουν ελαφρώς λαχανιασμένος και ιδρωμένος. Έπρεπε να φροντίσω το μικρό μου ή μάλλον πιο σωστά το ‘μεγάλο’ μου πρόβλημα πριν μπω στην τάξη.

«Με συγχωρείτε κύριε Τέμπερ για την αργοπορία αλλά…»

«Δεν υπάρχει πρόβλημα κύριε Κάλεν περάστε για να συνεχίσουμε. Κάνουμε σχολιασμό της Νανάς του Εμίλ Ζολά. Αν δεν κάνω το λάθος γνωρίζετε το έργο», έκατσα δίπλα στην Μπέλα.

«Και βέβαια. Μίας ιερόδουλου που στο τέλος πληρώνει όλα τα αμαρτήματά της»

«Διαφωνώ με τον κύριο Κάλεν, κύριε Τέμπερ. Η Νανά αποτελεί κλασικό δείγμα της αδιαφορίας της κοινωνίας και των προτύπων που είχε επιβάλει η Γαλλία εκείνης της εποχής», στράφηκα και την κοίταξα σοκαρισμένος. Τολμούσε να εκφράσει την γνώμη της και να μη ακολουθήσει τα κλασικά δόγματα.

Ο Τέμπερ γύρισε την καρέκλα του και έκατσε ακουμπώντας τα χέρια στην πλάτη της καρέκλας.

«Τι εννοείται δεσποινίς Σουάν; Πως η γαλλική κοινωνία την υποχρέωσε να ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα;»

«Υπό μία έννοια ναι. Το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει κάποιος παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Ναι, έκανε πολλές άσχημες επιλογές όμως δεν πρέπει να κατακρίνουμε ένα άτομο που είχε δείξει τέτοια τρυφερότητα…»

«Τρυφερότητα; Νομίζω πως υπερβάλετε δεσποινίς Σουάν»

«Όχι! Ήταν μία μητέρα που λάτρευε το παιδί της. Μπορεί να ήταν πόρνη, να έκλεψε, να απάτησε, να ξόδευε σαν τρελή αλλά πάντοτε πρώτη προτεραιότητα ήταν ο γιος της»

«Όμως είχε αυτό τον γιο μακριά της», ξεφούρνισα.

«Και να τον μεγαλώσει στο Παρίσι, Έντουαρντ; Εκείνη την εποχή θεωρούταν καλύτερο για τα άτομα με ευάλωτη υγεία να μένουν στην εξοχή. Ακόμα και όταν ήταν στα όρια της φτώχιας φρόντιζε πάντοτε να στείλει τα απαραίτητα χρήματα για το μεγάλωμα και την φροντίδα του. Τον έστειλε σε ένα περιβάλλον ασφαλές όπου μπορούσε να μεγαλώσει με στοργή», αντέτεινε εκείνη. Η συζήτηση είχε πάρει έναν προσωπικό τόνο πλέον. Πήρα μία ανάσα για να συγκεντρωθώ. Δεν έπρεπε να υποψιαστούν οι άλλοι την υποκρισία μου.

«Γιατί δεν τον μεγάλωσε εκείνη με στοργή; Γιατί δεν μάζεψε χρήματα για να τον ακολουθήσει και εκείνη στην επαρχία;»

«Γιατί όσο και να τον αγαπούσε ήξερε πως ποτέ δεν θα μπορούσε να αλλάξει. Η Νανά ήταν άτομο αυτοκαταστροφικό και δεν μπορούσε να αλλάξει τον χαρακτήρα της»

«Τα άτομα αλλάζουν αν θέλουν», δήλωσα.

«Όχι. Τα άτομα δεν αλλάζουν. Μπορεί να βελτιωθούν ή να χειροτερέψουν με τον καιρό αλλά στο βάθος παραμένουν τα ίδια. Αυτό που βλέπουν οι άλλοι είναι η μάσκα που έχουν φορέσει»

Το κουδούνι χτύπησε αλλά δεν του έδωσα σημασία. Έμεινα καρφωμένος στη θέση μου κοιτώντας την άφωνος. Ο Τέμπερ μας κοίταξε λίγο νευρικά.

«Λοιπόν για πρώτη μέρα χαίρομαι που  πιάσαμε με τέτοιο δυναμισμό το έργο. Λοιπόν παιδιά θέλω στο επόμενο μάθημα να φέρετε μία σύντομη παρουσίαση του έργου και μία κριτική του. Είσαστε ελεύθεροι!

Οι περισσότεροι μαθητές σηκώθηκαν και έφυγαν γρήγορα από την αίθουσα. Έγλειψα νευρικά τα χείλη μου. Χρειαζόμουν ένα τσιγάρο αλλά δεν μπορούσα όσο είχα μάθημα. Έπρεπε να περιμένω μέχρι την ώρα του φαγητού.

Σηκώθηκα και βγήκα από την αίθουσα βιαστικά. Μάλλον ήταν καλύτερα να άφηνα την Μπέλα ήσυχη και να επέστρεφα μετά ζητώντας και καλά συγνώμη. Άρεσε στις γκόμενες οι άνδρες να ζητάνε συγνώμες και να φέρνουν δωράκια.

«Έντουαρντ! Περίμενε!», στράφηκα και την κοίταξα που με είχε ακολουθήσει. «Συγνώμη αν σε έκανα να θυμώσεις»

«Να θυμώσω;», την ρώτησα απορημένος.

«Ναι. Ξέρω η γνώμη μου πως είναι αρκετά διαφορετική από αυτές που εκφράζουν οι περισσότεροι αλλά την πιστεύω και την στηρίζω»

«Όμως δεν αρέσει σε αρκετούς»

«Μπορεί αλλά δε θα γίνω κάτι διαφορετικό επειδή αυτό περιμένουν οι άλλοι από μένα. Έχω τις δικές μου αρχές και πιστεύω»

«Και σε τι πιστεύεις;», ήθελα πράγματι να την καταλάβω.

 Με πλησίασε αργά. Τα χέρια της ακούμπησαν στο στέρνο μου και σηκώθηκε στα δάχτυλά της. Τα μάτια μας συναντήθηκαν. Περίμενα πως θα με φίλαγε αλλά δεν το έκανε.

«Πιστεύω σε μας. Ξέρω πως ακούγεται βιαστικό και υπερβολικό αλλά νιώθω πως κάτι μας συνδέει. Το ένιωσα στην αίθουσα μουσικής. Θέλω να σε γνωρίσω πραγματικά! Τι σου αρέσει. Ποιος είναι πίσω από την μάσκα», έκανα ένα βήμα πίσω. Δεν μπορεί… Αποκλείεται να είχε καταλάβει.

«Μάσκα; Δε σε καταλαβαίνω, τι εννοείς;», είχα αρχίσει να φρικάρω. Εκείνη αναστέναξε.

«Είμαι πολύ καλή στο να ψυχολογώ κόσμο και ξέρω πως υπάρχει κάτι  άλλο πέρα από αυτό που δείχνεις εδώ. Άσε με να σε γνωρίσω», ένιωσα τα χείλη της στο σαγόνι μου. Ήταν απαλά και σαρκώδη. «Δε θα το μετανιώσεις…»

Και τότε παραβίασα ένας από τους βασικούς κανόνες που είχα δημιουργήσει μαζί με τον αδελφό μου.

Αδιαφόρησα για το τι θα έλεγε ο κόσμος.

Άρπαξα την Μπέλα και την κόλλησα στο τοίχο του διαδρόμου. Οποιαδήποτε στιγμή μπορεί να πέρναγε κάποιος και να έβλεπε τον σεμνό και ‘τέλειο’ γιο του διευθυντή του σχολείο σε ένα καυτό τετ α τετ με μία συμμαθήτριά του. Δε με ένοιαζε όμως.

Την άρπαξα από το λαιμό και τα χείλη μου κόλλησαν πάνω στα δικά της. Την φίλησα σαν Ρομπερτ. Άγρια, παθιασμένα. Τα χείλη μου δάγκωσαν τα δικά της και ένιωσα την μεταλλική γεύση του αίματος στο στόμα μου. Αυτό όμως που με άφησε άφωνο ήταν ο ενθουσιασμός με τον οποίο εκείνη ανταποκρίθηκε στο φιλί μου.

Φαίνεται πως το ελαφάκι μας έκρυβε το πάθος μίας αγριόγατας. Και αυτό δεν με χάλαγε καθόλου…