BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS

Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Μωβ Σεντόνια - Έντουαρντ POV

Είχε έρθει άλλη μία νύχτα που είχα τον άγγελό μου αγκαλιά. Τι όνειρα θα έβλεπε; Πόσες φορές θα μουρμούριζε στον ύπνο της το όνομά μου; Πως θα το ψιθύριζε;

«Μμμ», την άκουσα να μουρμουρίζει. Είχε αρχίσει να ονειρεύεται. Πολλές φορές αναρωτιόμουν μήπως δεν ήταν καλό για εκείνη να κοιμάται κολλητά μαζί μου. Ήμουν μια παγωμένη πέτρα όχι η ιδανική ιδέα για έναν άνετο ύπνο. Όταν της  είχα αναφέρει πως θα έπρεπε να υπάρχει μία κουβέρτα ανάμεσά μας για να μην κρυώνει, μου είχε πει να διαλέξω καρέκλα ή όχι κουβέρτα. Σαν εγωιστής που ήμουν διάλεξα το δεύτερο. Δε μπορούσα να αντέξω την ιδέα να κάθομαι στην καρέκλα και να την παρακολουθώ να κοιμάται. Ήθελα περισσότερα. Να νιώθω την ζεστή της ανάσα στον λαιμό μου, τα χέρια της να αγγίζουν το θώρακά μου και τον χτύπο της καρδιάς της να αντηχεί πάνω στο άψυχό μου σώμα δίνοντάς του ζωή.

Έβλεπε κάποιο έντονο όνειρο. Μπορούσα να διαβάσω τις ενδείξεις. Ο χτύπος της καρδιάς ήταν έντονος και η αναπνοή της δεν ήταν πλέον ήρεμη. Ας μην έβλεπε κάποιον εφιάλτη. Χάιδεψα με την άκρη των δαχτύλων μου το μάγουλό της. Το κεφάλι της είχε για προσκέφαλο τον παγωμένο μου θώρακα. Την ένιωσα να ανατριχιάζει. Φίλησα την κορυφή του κεφαλιού της.

«Μπέλα αγάπη μου», ψιθύρισα. Ήθελα να την καθησυχάσω μέσα στον ύπνο της. Την ένιωσα να σφίγγει την μπλούζα μου.

«Έντουαρντ», μουρμούρισε και την ένιωσα να κολλάει πάνω μου.

«Ναι ψυχή μου;», δεν άντεξα και χάιδεψα την πλάτη της. Την ένιωσα να ανατριχιάζει πάλι. Ένιωσα το πόδι της να μπαίνει ανάμεσα στα δικά μου. Ωχ! Αυτό δεν ήταν καλό σημάδι.

«Κάνε μου πάλι έρωτα», ψιθύρισε. Ωχ! Την πάτησα.

Ένας ήρεμος ύπνος με την Μπέλα ήταν απολαυστική διαδικασία. Καθόμουν και ανέπνεα σύμφωνα με την δικιά της αναπνοή.

Αν η Μπέλα είχε κάποιον εφιάλτη ένα φιλί μου, ένα χάδι μου έφτανε για να την ηρεμήσει.

Τώρα αν η Μπέλα περνούσε μία νύχτα σαν την αποψινή είχα πρόβλημα. Πολύ μεγάλο πρόβλημα. Ένιωθα το χέρι της να με χαϊδεύει πάνω από την μπλούζα μου. Είχα ακόμα λίγο καιρό πριν γίνει πιο επιθετική. Να την ξυπνήσω; Όχι. Την τελευταία φορά θυμόταν το όνειρο και απέφευγε να με κοιτάξει στα μάτια για μία εβδομάδα. Να φύγω; Χμμ, θα μου κρατούσε μούτρα για μία εβδομάδα. Τι να κάνω; Ένιωσα την ανάσα της να καίει τον λαιμό μου.

«Σε θέλω», και την ένιωσα να τρίβεται στο πόδι μου. Πήρα μια κοφτή ανάσα. Κάτι μου έλεγε πως θα ήταν μεγάλη η νύχτα απόψε. Ένιωσα το κορμί της κολλημένο πάνω μου να εκπέμπει ζέστη. Δεν ήταν καλή ιδέα να αλλάξω τα ρούχα. Γιατί σκέφτηκα να βάλω πιτζάμες για να νιώθει πιο άνετα; Διόρθωση. Το παντελόνι της πιτζάμας και ένα Tshirt. Τα υφάσματα ήταν λεπτά και ένιωθα την ζέστη της πάνω μου λες και δεν υπήρχαν ρούχα ανάμεσά μας.

«Πολλά ρούχα», μουρμούρισε και πήγε να κατεβάσει το χέρι της πιο κάτω. Ήταν πλέον στους κοιλιακούς μου. Τους ένιωσα να συσπόνται. Πως μπορούσε να με κάνει να αντιδρώ στο κάθε της άγγιγμά;

‘ Έντουαρντ συγκεντρώσου’ σκέφτηκα. Ας σταματούσε το χέρι, ας σταματούσε. Δε σταμάταγε όμως. Έπιασα το χέρι της και προσπάθησα να το σταματήσω χωρίς να την ξυπνήσω. Βρήκα αντίσταση. Κατάρα! Τι θα έκανα τώρα; Ευτυχώς συνέβη το θαύμα ή έτσι νόμιζα. Το χέρι της σφίχτηκε πάνω στην μπλούζα μου και σταμάτησε την κάθοδο. Άρχισα να ανεβάζω το χέρι της στην αρχική του θέση αλλά μαζί του ανέβαινε και η μπλούζα μου. Κατάφερε και την ανέβασε μέχρι το στομάχι μου όπου και σταμάτησε. Ωραία.

‘ Μείνε και μη μετακινηθείς’ πρόσταξα νοητικά το χέρι. Ξέχασα όμως το άλλο. Το άλλο ξεκίνησε μία επίμονη και χρονοβόρα εξερεύνηση στους κοιλιακούς και το στομάχι μου. Η αίσθηση ήταν υπέροχη και άκρως βασανιστική. Προσπάθησα να κρατήσω σταθερή την αναπνοή μου αλλά το βρήκα αρκετά δύσκολο.

‘ Γιατί δε κάθεσαι να το απολαύσεις;’ Μια μικρή φωνή μέσα μου ούρλιαξε. Μάλλον όχι τόσο μικρή.

‘ Γιατί δεν ξέρει τι κάνει’ απάντησα.

Hello, υποσυνείδητο, όνειρα. Κάνει αυτό που δε τολμά, που φοβάται να κάνει ξύπνια’

‘ Ναι το βλέπω δε φοβάται καθόλου’, και προσπάθησα να σκεφτώ κάτι για αντιπερισπασμό. Ανθρώπινο φαγητό, Ρόζαλι και οτιδήποτε άλλο έβρισκα αποκρουστικό και βαρετό. Χαλάρωσαν οι μυς και πίστευα πως μάλλον θα επιβίωνα χωρίς να κάνω κάτι που θα μετάνιωνα.

‘ Μόνο όταν κοιμάται δεν την απορρίπτεις’ , δήλωσε η φωνή και εξαφανίστηκε. Πάγωσα. Είχε δίκιο. Μόνο όταν κοιμόταν η Μπέλα την άφηνα να με πλησιάζει τόσο πολύ. Και μόνο τότε εγώ την πλησίαζα τόσο πολύ. Αν και κοιμόταν ένιωσε την αλλαγή στην στάση μου.

«Έντουαρντ;», μουρμούρισε. Μου φάνηκε ή υπήρχε μία δόση ανασφάλειας;

«Σ’ αγαπάω Μπέλα. Και σε θέλω πάντα γλυκιά μου» ,και μετακίνησα τα μαλλιά που ήταν μπροστά στο πρόσωπό της. Ένα μικρό χαμόγελο διαγράφηκε στο πρόσωπό της. Χαμογέλασα και εγώ.

Τι στο διάολο; Το χέρι της ήταν πάνω στο …. Κάτω, κάτω, κακό χέρι και κατέβηκε και άλλο. Όχι, όχι κάτω! Πάνω, πάνω!

Και άρχισε να ανεβοκατεβάζει το χέρι της χαϊδεύοντας κάτι που σκλήραινε με κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε. Δε γινόταν άλλο. Έπρεπε να σταματήσει. Την έπιασα  από την μέση για να την γυρίσω στην άλλη πλευρά του κρεβατιού.

«Θέλω να είμαι από πάνω», παραπονέθηκε

«ΤΙ;!!!», σχεδόν φώναξα και με αυτή της την δήλωση για πρώτη φορά στα ιστορικά η Ιζαμπέλα Μαρί Σουάν γλίστρησε από τα χέρια μου και έπεσε πάνω μου. Αυτόματα άνοιξε τα μάτια της και με κοίταξε. Κοίταξε τον γύρω χώρο, και τα μάτια της ξαναγύρισαν πάνω μου. Και για την ακρίβεια στην μπλούζα μου που είχε ανέβει ακόμα περισσότερο και σε ένα εξόγκωμα που με το σώμα της μπορούσε να νιώσει πολύ καλά. Τα μάτια της σκοτείνιασαν. Κάτι μου έλεγε πως είχε φτάσει η Μέρα της Κρίσεως.

«Μπέλα…», θα συζητούσαμε λογικά όπως πάντα. Αυτό ήλπιζα τουλάχιστον. Μετακίνησε το σώμα της λίγο και ένιωσα το κέντρο της πάνω σε ένα σημείο που δεν έπρεπε να βρίσκεται. Μου ξέφυγε ένα βογκητό. Τα μάτια της σκοτείνιασαν περισσότερο και έκατσε πάνω μου φροντίζοντας να είναι ιδιαίτερα άνετα και εγώ καθόλου.

«Μπέλα…», η φωνή μου ήταν ασταθής.

«Ναι Έντουαρντ;», τα χέρια της χάιδευαν πάλι τους κοιλιακούς. Διπλό βασανιστήριο.

«Δε νομίζω να είναι καλή ιδέα»

«Εγώ νομίζω πως είναι υπέροχη ιδέα. Με εμένα από πάνω θα έχεις καλύτερη θέα», και έβγαλε την μπλούζα της. Κοκάλωσα. Σκέψου κάτι άλλο και όχι αυτά τα σφιχτά… Έμμετ, Έμμετ. Ο Έμμετ έλεγε πόσο τέλειο είναι όταν τον καβαλάει η Ρόζαλι και εκείνος δεν κάνει τίποτα απολαμβάνοντας τα αποτελέσματα.

Συγκεντρώσου! Εδώ μιλάμε για την Μπέλα μου, τον άγγελό μου. Κουνήθηκε πάλι. Διόρθωση. Τον άγγελο της κολάσεως και δικής μου πτώσης. Έπρεπε να φύγω. Δεν έπρεπε να κάτσω άλλο εδώ. Πήγα να μετακινηθώ.

«Αν τολμήσεις να φύγεις θα φροντίσω να το μετανιώσεις πικρά», κάτι μου έλεγε πως το εννοούσε και πως είχε τον τρόπο να το πετύχει.

«Μπέλα, δεν είναι καλή ιδέα. Μπορεί να σε τραυματίσω καταλάθως»

«Για αυτό το λόγο γλυκιέ μου…», έσκυψε προς το μέρος μου «άσε με να αναλάβω εγώ και εσύ κάτσε να το απολαύσεις» ,και έγλειψε την ρώγα μου. Σύριξα από ευχαρίστηση.

«Μπορεί τα χέρια μου να ξεφύγουν και να…», η φωνή μου έτρεμε. Έβγαλε την μπλούζα μου. Δε μπορούσα να προβάλω αντίσταση.

«Βάλτα κάπου. Χώστα στο στρώμα. Εσύ δε παραπονιέσαι πως δε μπορείς να μου αγοράσεις κάτι. Κατέστρεψε το κρεβάτι και θα σε αφήσω να μου πάρεις ένα καινούριο από χρυσάφι άμα έχεις όρεξη», τα χείλη της ήταν στο λαιμό μου και τα δόντια της με δάγκωναν. Δεν ένιωθα πόνο αλλά η αίσθηση και η ιδέα του τι ήθελε να κάνει με τα δόντια της δε βοηθούσε την νοητική μου κατάσταση.

«Τσάρλι»

«Τι;», σήκωσε το κεφάλι της και με κοίταξε.

«Μπορεί να μας ακούσει»

«Κοιμάται;»

«Ναι»

«Ωραία», και τα χείλη της γύρισαν στο λαιμό μου.

«Μπορεί να μου ξεφύγει κάτι», και αυτό ήταν από τα πιο πιθανά σενάρια. Τα χείλη της πλησίασαν το αυτί μου. Η ζεστή της ανάσα με έκαιγε.

«Αν ανησυχείς τόσο πολύ για τους θορύβους που μπορείς να κάνεις μπορώ να σε φιμώσω. Με το κιλοτάκι που φοράω αυτή την στιγμή και…», έκανε μία μικρή παύση που μου φάνηκε σαν αιωνιότητα «…που είναι πολύ υγρό εξαιτίας σου», έγλειψε το  λοβό του αυτιού μου. Πήρα ασυναίσθητα μία βαθιά ανάσα. Είχα εξαντλήσει όλο τον αέρα στα πνευμόνια μου και ανακάλυψα πως είχε δίκιο. Στον αέρα του μικρού της δωματίου μπορούσα να μυρίσω το άρωμά της και μία νέα εκδοχή του πιο έντονη, πιο βαριά, ακόμα πιο μεθυστική. Ένιωσα να ζαλίζομαι. Ήθελα να παραδοθώ . Και αυτό έκανα. Βύθισα τα χέρια μου κυριολεκτικά στο στρώμα και περίμενα.

«Καλό αγόρι», και τα χείλη της προχώρησαν στο σβέρκο μου. Δάγκωσε το σημείο. Αν ήταν βαμπίρ θα μπορούσα να νιώσω πόνο. Ειδικά αν ήταν νέο βαμπίρ θα μπορούσε τώρα να έχει περιορίσει τα χέρια μου κρατώντας τον απόλυτο έλεγχο. Ήθελα τα χείλη της στα δικά μου.

«Μπέλα , φίλησέ με», την ικέτεψα. Ένιωσα να χαμογελάει στο λαιμό μου.

«Μόνο αν είσαι καλό παιδί και κάνεις ότι πω», τι είχε πάθει η γλυκιά μου Μπέλα που κοκκίνιζε στα αστεία του Έμμετ; Τι είχα πάθει εγώ που απάντησα;

«Θα κάνω τα πάντα», το στόμα της πλησίασε το δικό μου. Προσπάθησα να την φιλήσω. Δε με άφησε.

«Α, Έντουαρντ. Δε σου είπα τι θέλω να κάνεις ακόμα και βιάζεσαι να πάρεις την αμοιβή σου»

«Πες μου τι θέλεις και θα το κάνω», ανακάθισε λίγο και πλησίασε περισσότερο.

«Αυτές οι κυρίες…», και έδειξε το στήθος της. Πόσο θα ήθελα να πάρω τις ρώγες στο στόμα μου και να τις κάνω να σταθούν όρθιες. Συγκεντρώσου! «… Θέλουν την περιποίησή σου». Μμμ, πόσο θα ήθελα να τις δαγκώσω. Ωχ, ήδη έχανα τον έλεγχο.

«Μπέλα, δε νομίζω. Φοβάμαι πως θα δαγκώσω…», με κοίταξε ελαφρώς εκνευρισμένη.

«Νόμιζα πως μπορείς να αντέξεις στον πειρασμό να με πιεις»

«Δεν είναι αυτό. Δε θέλω να πιω το αίμα σου αγάπη μου»

«Τότε;», το λέω ή δε το λέω

«Φοβάμαι πως θα παρασυρθώ και θα δαγκώσω πολύ δυνατά, κάποια από τις ρώγες», το τελευταίο μου ξέφυγε. Δε μπορούσα να ελέγξω τι έλεγα.

«Θέλεις να τις δαγκώσεις;», κατάπια το δηλητήριο που είχε μαζευτεί στο στόμα μου και έγνεψα ντροπιασμένος. Τώρα θα καταλάβαινε με τι είχε πραγματικά να κάνει και θα με έδιωχνε.

«Αυτό θα έκανες μόνο;», την κοίταξα στα μάτια και είδα το χαμόγελο που διαγραφόταν στο πρόσωπό της. Έγνεψα αρνητικά.

«Ωραία. Γιατί δεν αρχίζεις με τα υπόλοιπα και βλέπουμε;», και μου έκλεισε το μάτι. Μήπως κοιμόμουν για πρώτη φορά και έβλεπα κάποιο από τα εφηβικά όνειρα που βλέπει κάθε 17χρονος; Έγνεψα σαν χαζός.

Σήκωσα λίγο το σώμα μου για να έχω καλύτερη πρόσβαση και θέα. Καλησπέρα κυρίες μου! Υπόσχομαι να βάλω τα δυνατά μου για να σας περιποιηθώ όσο αξίζετε. Και πιστέψτε με η τελειότητα σας αξίζει πολλά. Άφησα την μύτη μου να κάνει νοερούς κύκλους γύρω τους αφήνοντας την Μπέλα να νιώσει μόνο την άκρη της μύτης μου. Ο σφυγμός της ανέβηκε. Ήδη αντιδρούσε με κάτι τόσο μικρό. Χαμογέλασα και άρχισα να δίνω μικρά φιλιά στο λευκό της δέρμα αποφεύγοντας τις ρώγες.

«Έντουαρντ», μάλλον είχα βασανίσει αρκετά και τους δυο  μας. Έγλειψα μία ρώγα και της κόπηκε η ανάσα. Η γεύση ήταν θεσπέσια. Ήθελα κι άλλο. Άφησα την γλώσσα μου να εξερευνήσει την νέα περιοχή. Αφού ένιωσα πως είχα εξερευνήσει αρκετά ύστερα από λίγα λεπτά έκανα αυτό που ήθελα να κάνω εδώ και αρκετή ώρα. Πήρα μία από τις ρώγες στο στόμα μου και άρχισα να την πιπιλάω. Η Μπέλα βύθισε τα χέρια της στα μαλλιά μου και πίεσε το σώμα της πάνω μου περισσότερο. Αχ, παράδεισος! Ύστερα από λίγο άφησα την ρώγα και προχώρησα με την γλώσσα μου για να δώσω στην διπλανή κυρία την αντίστοιχη περιποίηση. Η Μπέλα βογκούσε με κάθε κίνηση που έκανε η γλώσσα μου και προσπαθούσα να την κάνω να μη σταματήσει να βγάζει αυτούς τους υπέροχους ήχους.

Την ένιωσα να τραβάει τα μαλλιά μου πιο έντονα. Σήκωσα το βλέμμα μου για να την κοιτάξω χωρίς να αφήσω την ρώγα από το στόμα μου.

«Φίλησέ με τώρα», με πρόσταξε. Άφησα την ρώγα και το στόμα της όρμηξε στο δικό μου ένιωσα να με καταβροχθίζει. Πίεσε το σώμα μου πίσω στο κρεβάτι. «Θέλω να γευτώ κάθε σημείο από αυτό το υπέροχο σώμα», εκείνη τη στιγμή αυτή η δήλωση θα με έκανε να κοκκινίσω αν μπορούσα αλλά με άναψε ακόμα περισσότερο.

«Ότι θέλεις», βόγκηξα. Χαμογέλασε και έγλειψε τα χείλη της.

«Ωραία» , και ξεκίνησε. Τα χέρια της ζεστά χάιδευαν το κορμί μου καθώς τα χείλη της  και η γλώσσα της εξερεύνησαν κάθε σημείο από το σώμα μου. Η ανάσα μου ήταν κοφτή και όλες μου οι αισθήσεις συγκεντρωμένες σε εκείνη και σε ότι έκανε. Το στόμα της έφτασε στο λάστιχο του παντελονιού μου. Έπιασε με τα χέρια της το παντελόνι και άρχισε να το κατεβάζει μαζί με το μποξεράκι μου. Θα προχωρούσαμε τόσο πολύ απόψε; Θα μπορούσα;

«Θα με βοηθήσεις να το βγάλω;», την κοίταξα. Χαμογελούσε παιχνιδιάρικα  και τα μάτια της ήταν γεμάτα εμπιστοσύνη. Έβγαλα αργά τα χέρια μου από το στρώμα. Σίγουρα θα χρειαζόταν καινούριο μετά την αποψινή βραδιά. Ίσως και νέο κρεβάτι. Με κοίταξε με απορία. Ύστερα είδα το βλέμμα που μισούσα να της προκαλώ συνέχεια. Το βλέμμα της απόρριψης. Τα χέρια μου αγκάλιασαν  την μέση της απαλά. Δεν έβγαλε λέξη. Ήταν σίγουρη πως  από στιγμή σε στιγμή όλα θα τελείωναν. Τα χέρια μου άρχισαν να κατεβάζουν αργά το σόρτς που φορούσε. Σήκωσε τα μάτια της και με κοίταξε.

«Ευχαρίστησή μου», είπα με σταθερή φωνή, «αν και θα προτιμούσα να τα σκίσω. Πειράζει;», πρόσθεσα με πειραχτικό τόνο. Τα μάτια της έλαμψαν.

«Με τα δικά μου ρούχα κάνε ότι θες, αλλά αυτό το παντελόνι θα το βγάλω εγώ», με γρήγορες κινήσεις έσκισα το σορτς και το εσώρουχό της και σήκωσα τους γοφούς μου για να με γδύσει με την σειρά της. Το έκανε με το πάσο της για να με βασανίσει, για να απολαύσει την στιγμή; Πραγματικά δεν ήξερα. Τα μαλλιά της έπεφταν μπροστά στο πρόσωπό της και δεν μπορούσα να διαβάσω καμία έκφραση. Έβαλα τα χέρια μου στην αρχική τους θέση περιμένοντας την επόμενη της κίνηση. Επιτέλους τελείωσε και την ένιωσα να ανεβαίνει πάλι πάνω μου. Το πρόσωπό της ήταν πολύ κοντά στο πέος μου και τα χέρια της έκαναν μικρούς κύκλους με τα ακροδάχτυλά της γύρω από την περιοχή χωρίς να με αγγίζουν.

«Μπέλα, τι κάνεις;», δεν ήξερα τι σκεφτόταν και σχεδόν φοβόμουν την απάντηση που θα μου έδινε.

«Σου είπα, γεύομαι κάθε σημείο…», ένιωσα την καυτή της ανάσα στο κεφαλάκι. Ήμουν σίγουρος πως ήδη θα έτρεχε υγρό «…από αυτό το υπέροχο σώμα», και η γλώσσα της με έγλειψε από την βάση έως την κορυφή με μία κίνηση. Σίριξα και βόγκηξα εκείνη την στιγμή. Με κοίταξε στα μάτια. Ευτυχώς ο Τσάρλι  δεν είχε ξυπνήσει αλλά για ένα πράγμα ήμουν σίγουρος. Το κρεβάτι δε θα επιζούσε απόψε. Το στόμα της ξανακατέβηκε και άφησε μικρά φιλάκια πάνω μου κάνοντάς με να γουργουρίσω από ευχαρίστηση. Την ένιωσα να χαμογελάει. Ένιωσα πάλι την ανάσα της. Λες; Ναι ! και Όχι!  Αυτά τα δύο ούρλιαξα μέσα μου καθώς άρχιζε να με παίρνει στο στόμα της αργά. Ναι, γιατί σαν άντρας ήταν μία από τις εμπειρίες που ήθελα να δοκιμάσω. Όχι επειδή δεν έβρισκα σωστό η Μπέλα μου να κάνει κάτι τέτοιο για μένα. Όσο τέλεια και αν ήταν η αίσθηση. Το στόμα της ανεβοκατέβαινε αργά κάνοντάς με ακόμα πιο σκληρό. Έσφιξα τα χέρια μου σε γροθιές. Λίγη λογική αυτό χρειαζόμουν.

«Μπέλα, μωρό μου, δε χρειάζεται να κάνεις κάτι τέτοιο. Δεν είσαι υποχρεωμένη», με άφησε από το στόμα της με ένα δυνατό ‘ποπ’. Τα χέρια της συνέχισαν πάνω μου το ίδιο μοτίβο που ακολουθούσε το στόμα της πιο πριν.

«Πρώτον το κάνω επειδή θέλω να το κάνω και δεύτερον…», τα χέρια της σφίχτηκαν πάνω μου κάνοντας ένα δυνατό βογκητό να μου ξεφύγει «σε θέλω έτοιμο γιατί εγώ είμαι ήδη. «Πιστεύεις πως είσαι έτοιμος κύριε Κάλεν;»

«Για την τελειότητα που στέκεται μπροστά μου; Ποτέ!», είδα στα μάγουλά της να σχηματίζεται το αγαπημένο μου κοκκίνισμα. Ώστε είχε μείνει κάτι ακόμα από την γλυκιά μου Μπέλα. Με πλησίασε και με φίλησε. Την ένιωσα να ετοιμάζει τον εαυτό της και να τοποθετείται πάνω μου. Ήξερα τι θα έκανε. Θα έπαιρνε τον απόλυτο έλεγχο. Θα πρόσφερε τον εαυτό της για πρώτη φορά σε μένα και θα της προκαλούσα πόνο. Την φίλησα και στο φιλί μου προσπάθησα να δείξω όλη την αγάπη μου, την λατρεία μου, τον πόθο μου για εκείνη. Ένιωσα τα χείλη της να απομακρύνονται. Τα ακολούθησα ενστικτωδώς και άφησα το σώμα μου να σηκωθεί λίγο. Άνοιξε τα μάτια της και με κοίταξε για μια στιγμή και κατέβασε με μια κίνηση το κορμί της κάτω για να με συναντήσει. Τα χείλη της άφησαν τα δικά μου καθώς άκουσα την ανάσα της να κόβεται και είδα δάκρυα να σχηματίζονται στα καστανά της μάτια.

«Μπέλα, αγάπη μου»

«Μια στιγμή, μια στιγμή, δώσε μου ένα λεπτό», με ικέτεψε. Θα της έδινα όλο το χρόνο του κόσμου αν χρειαζόταν. Πέρασαν 2 λεπτά με εμένα να στέκομαι σαν άγαλμα. Την ένιωσα να κινείται. Ούτε προς τα πάνω ούτε προς τα κάτω, αλλά γύρω γύρω σα να προσπαθούσε να συνηθίσει το μέγεθός μου. Ακόμα και έτσι η αίσθηση του να είμαι μέσα της ήταν μια γλυκιά κόλαση. Σιγά, σιγά άρχισε να ανεβοκατεβαίνει. Η τριβή έκανε την αίσθηση πιο έντονη. Τα μάτια της ήταν βυθισμένα πάνω μου και τα δικά μου στα δικά της. Χρησιμοποίησε τα χέρια της για να στηριχτεί πάνω μου και άρχισε να ακολουθεί ένα πιο γρήγορο ρυθμό. Η γρήγορη αναπνοή της και οι κινήσεις της έκαναν το στήθος της να ανεβοκατεβαίνει δίνοντας μου την πιο υπέροχη θέα. Δεν ήξερα τι θορύβους κάναμε πλέον. Δεν ήξερα αν κάποιος μας είχε ακούσει. Ήξερα όμως ένα πράγμα καθώς φτάσαμε σε οργασμό μαζί. Εκείνη ούρλιαζε το όνομά μου και εγώ το δικό της. Κατέρρευσε πάνω μου από εξάντληση. Έψαξα την κουβέρτα της και την τύλιξα γύρω μας. Δε μπορούσα να χάσω την επαφή που είχα μαζί της. Λίγα πριν βυθιστεί σε έναν βαθύ ύπνο μουρμούρισε

«Μου αρέσει να είμαι από πάνω»

«Και εμένα», ψιθύρισα χαμογελόντας.